Ο εργάτης, ο επιστάτης & ο εργοστασιάρχης.
Μιά πραγματική ιστορία
Ενας ζάμπλουτος μεγιστάνας, επένδυσε όλα τα υπάρχοντά του & κατασκεύασε έναν τεράστιο αμπελώνα. Κατασκεύασε πολιτείες απέραντες & προσέλαβε 6 δισεκατομμύρια εργάτες για να καλλιεργούν τα κλίματά του & να βγάλουν άφθονο κρασί.
Οι περισσότεροι εργάτες όμως εγκατέλειψαν την δουλειά του αμπελουργού, παράτησαν τα κλίματα & κατασκεύασαν διάφορα εργοστάσια με χημικά & τοξικά απόβλητα, τα οποία κατάστρεψαν τα κλίματα.
Μερικοί λίγοι εργάτες όμως σε διάφορα διάσπαρτα σημεία του τεράστιου πρώην αμπελώνα, συνέχισαν να καλλιεργούν κλίματα & να βγάζουν κρασί. Ετσι ανάμεσα στα τοξικά εργοστάσια δημιουργήθηκαν μικρά διάσπαρτα αμπελάκια.
Σ΄ένα από αυτά τα μικρά αμπελάκια, μιά μέρα, εμφανίστηκε ένας εργοστασιάρχης από αυτούς με τα τοξικά εργοστάσια, & απαίτησε δύο νταμιζάνες κρασί. Ο Επιστάτης του αμπελιού ο οποίος δεν ενδιαφερόταν για τα κλίματα & δεν τα αγαπούσε, αρνήθηκε το κρασί στον εργοστασιάρχη, ζητώντας του ανταλλάγματα. Εκείνος θύμωσε πολύ & απαιτούσε να πάρει το κρασί που εδικαιούτο.
Στο αμπελάκι εργαζόταν & ένας εργάτης που αγαπούσε τα κλίματα & τα φρόντιζε. Είδε ότι ο εργοστασιάρχης δίκαια ζητούσε το κρασί που εδικαιούτο & επενέβη & του έδωσε τις δύο νταμιζάνες.
Ο εργοστασιάρχης τον ευχαρίστησε & θυμωμένος με τον επιστάτη, απείλησε να τον σκοτώσει επειδή αρνήθηκε να του δώσει το κρασί. Ο εργάτης σε έντονο ύφος του είπε:
Ο καιρός περνούσε & ένα βράδυ σε ένα πάρτυ που πήγαιναν οι εργοστασιάρχες & ο Επιστάτης του αμπελιού, συναντήθηκαν ο εργοστασιάρχης με τον Επιστάτη εκείνο. Μόλις τον είδε αγρίεψε, τον έβρισε, τον λοιδόρησε, τον εξευτέλησε & του είπε να χρωστάει χάρη την ζωή του στον εργάτη εκείνο που του έδωσε το κρασί & δεν τον άφησε να τον σκοτώσει. Το περιστατικό μαθεύτηκε & τα έμαθε & ο εργάτης, ο οποίος δεν έδωσε συνέχεια.
Πέρασαν τα χρόνια & μια μέρα, εκείνος ο εργοστασιάρχης, έριξε τοξικά απόβλητα δίπλα στο μικρό αμπελάκι, βάζοντας σε κίνδυνο τα κλίματα, με την ανοχή & αδιαφορία του Επιστάτη ο οποίος δεν τα αγαπούσε. Οταν το είδε αυτό ο εργάτης, μάλωσε τον εργοστασιάρχη & του ζήτησε να μην ξαναρίξει εκεί τοξικά απόβλητα, σύμφωνα με τον Νόμο. Του θύμισε ότι από το κρασί αυτό, πήρε τις δύο νταμιζάνες που του ανήκαν. Ο εργοστασιάρχης όμως, πήγε στον Αγροφύλακα & κατηγόρησε ψέμματα ότι ο εργάτης δεν έκανε καλά την δουλειά του & κατέστρεφε τα κλίματα. Ο Αγροφύλακας πίστεψε τον εργοστασιάρχη & παράπεμψε τον εργάτη σε δίκη. Τότε ο εργάτης πήγε στον Αγρονόμο & ζήτησε να έρθουν Επιστάτες από άλλα αμπελάκια να ελέγξουν αν καλλιεργούσε σωστά τα κλίματα, αφού ο δικός του Επιστάτης δεν τον υποστήριξε.
Πράγματι ο Αγρονόμος & οι άλλοι Επιστάτες δικαίωσαν τον εργάτη & τιμώρησαν τον εργοστασιάρχη & τον Αγροφύλακα που τον είχε παραπέμψει σε δίκη.
Τέσσερα χρόνια κράτησε αυτή η ιστορία & ο εργάτης από την στενοχώρια του αρρώστησε. Συνέχισε όμως να δουλεύει στα κλίματα, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια η αρρώστια του χειροτέρευε.
Ετσι λοιπόν αποφάσισε να πάει στον γιατρό να γίνει καλά. Ο γιατρός του είπε ότι έπρεπε να σταματήσει να δουλεύει για τρεις μήνες & έτσι ξεκίνησε την θεραπεία.
Στο διάστημα αυτό, ο εργοστασιάρχης που είχε τιμωρηθεί επειδή έριξε τα τοξικά κοντά στο αμπελάκι, σκέφτηκε ότι ήταν η κατάλληλη ευκαιρία να καταστρέψει τα κλίματα. Ετσι έβαλε δικούς του Επιστάτες, υποστηριζόμενος & από άλλους εργοστασιάρχες, με σκοπό να καταστρέψουν το αμπέλι για να μπορούν να ρίχνουν εκεί τα απόβλητά τους. Ταυτόχρονα ήθελαν να εκδικηθούν τον εργάτη που προκάλεσε την τιμωρία του εργοστασιάρχη. Τον εργάτη τον είχαν ξοφλημένο γιατί δεν πίστευαν ότι θα γίνει καλά επειδή η αρρώστια του ήταν πολύ σοβαρή & λίγοι είχαν γλιτώσει από τέτοια αρρώστια.
Ομως σε τρεις μήνες ο εργάτης έγινε καλά & γύρισε στο αμπελάκι. Εκεί βρήκε τα κλίματα μισοκατεστραμένα & μαραμένα. Προσπάθησε να τα ξαναζωντανέψει & τα κατάφερε. Φώναζε για τα τοξικά απόβλητα που έριχναν & ζητούσε να τιμωρηθούν αυτοί που το έκαναν μαζί με τους επιστάτες που τους άφηναν.
Τότε οι εργοστασιάρχες της περιοχής όλοι, μαζί με τους νέους Επιστάτες άρχισαν να τον χτυπούν ανοιχτά & ζήτησαν από τον νέο Αγροφύλακα να τον διώξει. Πανικόβλητοι επειδή τον έβλεπαν νεκραναστημένο & δεν πίστευαν στα μάτια τους, ότι έγινε καλά, με παράνομες διαδικασίες, λέγοντας ψέμματα ότι καταστρέφει τα κλίματα, τα οποία αυτοί μισοκατάστρεψαν, τον απομάκρυναν από το αμπελάκι καταστρέφοντας πλέον ελεύθερα τα κλίματα & ρίχνοντας ανεμπόδιστα εκεί τα τοξικά απόβλητά τους.
Τα γεγονότα που έγιναν στο μικρό αυτό αμπελάκι, τα έμαθε ο ζάμπλουτος Μεγιστάνας & ιδιοκτήτης του & οργίστηκε.
Τι άραγε θα κάνει σε αυτούς που κατάστρεψαν τα κλίματά του & απομάκρυναν τον εργάτη του;.......
Ιάκωβος Τίγκας.
Μιά πραγματική ιστορία
Ενας ζάμπλουτος μεγιστάνας, επένδυσε όλα τα υπάρχοντά του & κατασκεύασε έναν τεράστιο αμπελώνα. Κατασκεύασε πολιτείες απέραντες & προσέλαβε 6 δισεκατομμύρια εργάτες για να καλλιεργούν τα κλίματά του & να βγάλουν άφθονο κρασί.
Οι περισσότεροι εργάτες όμως εγκατέλειψαν την δουλειά του αμπελουργού, παράτησαν τα κλίματα & κατασκεύασαν διάφορα εργοστάσια με χημικά & τοξικά απόβλητα, τα οποία κατάστρεψαν τα κλίματα.
Μερικοί λίγοι εργάτες όμως σε διάφορα διάσπαρτα σημεία του τεράστιου πρώην αμπελώνα, συνέχισαν να καλλιεργούν κλίματα & να βγάζουν κρασί. Ετσι ανάμεσα στα τοξικά εργοστάσια δημιουργήθηκαν μικρά διάσπαρτα αμπελάκια.
Σ΄ένα από αυτά τα μικρά αμπελάκια, μιά μέρα, εμφανίστηκε ένας εργοστασιάρχης από αυτούς με τα τοξικά εργοστάσια, & απαίτησε δύο νταμιζάνες κρασί. Ο Επιστάτης του αμπελιού ο οποίος δεν ενδιαφερόταν για τα κλίματα & δεν τα αγαπούσε, αρνήθηκε το κρασί στον εργοστασιάρχη, ζητώντας του ανταλλάγματα. Εκείνος θύμωσε πολύ & απαιτούσε να πάρει το κρασί που εδικαιούτο.
Στο αμπελάκι εργαζόταν & ένας εργάτης που αγαπούσε τα κλίματα & τα φρόντιζε. Είδε ότι ο εργοστασιάρχης δίκαια ζητούσε το κρασί που εδικαιούτο & επενέβη & του έδωσε τις δύο νταμιζάνες.
Ο εργοστασιάρχης τον ευχαρίστησε & θυμωμένος με τον επιστάτη, απείλησε να τον σκοτώσει επειδή αρνήθηκε να του δώσει το κρασί. Ο εργάτης σε έντονο ύφος του είπε:
- Πήρες αυτό που δικαιούσε, άμε στο καλό & άσε ήσυχο τον επιστάτη. Εάν πειράξεις μία τρίχα από τα μαλιά του, θάχεις να κάνεις μαζί μου.
Ο καιρός περνούσε & ένα βράδυ σε ένα πάρτυ που πήγαιναν οι εργοστασιάρχες & ο Επιστάτης του αμπελιού, συναντήθηκαν ο εργοστασιάρχης με τον Επιστάτη εκείνο. Μόλις τον είδε αγρίεψε, τον έβρισε, τον λοιδόρησε, τον εξευτέλησε & του είπε να χρωστάει χάρη την ζωή του στον εργάτη εκείνο που του έδωσε το κρασί & δεν τον άφησε να τον σκοτώσει. Το περιστατικό μαθεύτηκε & τα έμαθε & ο εργάτης, ο οποίος δεν έδωσε συνέχεια.
Πέρασαν τα χρόνια & μια μέρα, εκείνος ο εργοστασιάρχης, έριξε τοξικά απόβλητα δίπλα στο μικρό αμπελάκι, βάζοντας σε κίνδυνο τα κλίματα, με την ανοχή & αδιαφορία του Επιστάτη ο οποίος δεν τα αγαπούσε. Οταν το είδε αυτό ο εργάτης, μάλωσε τον εργοστασιάρχη & του ζήτησε να μην ξαναρίξει εκεί τοξικά απόβλητα, σύμφωνα με τον Νόμο. Του θύμισε ότι από το κρασί αυτό, πήρε τις δύο νταμιζάνες που του ανήκαν. Ο εργοστασιάρχης όμως, πήγε στον Αγροφύλακα & κατηγόρησε ψέμματα ότι ο εργάτης δεν έκανε καλά την δουλειά του & κατέστρεφε τα κλίματα. Ο Αγροφύλακας πίστεψε τον εργοστασιάρχη & παράπεμψε τον εργάτη σε δίκη. Τότε ο εργάτης πήγε στον Αγρονόμο & ζήτησε να έρθουν Επιστάτες από άλλα αμπελάκια να ελέγξουν αν καλλιεργούσε σωστά τα κλίματα, αφού ο δικός του Επιστάτης δεν τον υποστήριξε.
Πράγματι ο Αγρονόμος & οι άλλοι Επιστάτες δικαίωσαν τον εργάτη & τιμώρησαν τον εργοστασιάρχη & τον Αγροφύλακα που τον είχε παραπέμψει σε δίκη.
Τέσσερα χρόνια κράτησε αυτή η ιστορία & ο εργάτης από την στενοχώρια του αρρώστησε. Συνέχισε όμως να δουλεύει στα κλίματα, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια η αρρώστια του χειροτέρευε.
Ετσι λοιπόν αποφάσισε να πάει στον γιατρό να γίνει καλά. Ο γιατρός του είπε ότι έπρεπε να σταματήσει να δουλεύει για τρεις μήνες & έτσι ξεκίνησε την θεραπεία.
Στο διάστημα αυτό, ο εργοστασιάρχης που είχε τιμωρηθεί επειδή έριξε τα τοξικά κοντά στο αμπελάκι, σκέφτηκε ότι ήταν η κατάλληλη ευκαιρία να καταστρέψει τα κλίματα. Ετσι έβαλε δικούς του Επιστάτες, υποστηριζόμενος & από άλλους εργοστασιάρχες, με σκοπό να καταστρέψουν το αμπέλι για να μπορούν να ρίχνουν εκεί τα απόβλητά τους. Ταυτόχρονα ήθελαν να εκδικηθούν τον εργάτη που προκάλεσε την τιμωρία του εργοστασιάρχη. Τον εργάτη τον είχαν ξοφλημένο γιατί δεν πίστευαν ότι θα γίνει καλά επειδή η αρρώστια του ήταν πολύ σοβαρή & λίγοι είχαν γλιτώσει από τέτοια αρρώστια.
Ομως σε τρεις μήνες ο εργάτης έγινε καλά & γύρισε στο αμπελάκι. Εκεί βρήκε τα κλίματα μισοκατεστραμένα & μαραμένα. Προσπάθησε να τα ξαναζωντανέψει & τα κατάφερε. Φώναζε για τα τοξικά απόβλητα που έριχναν & ζητούσε να τιμωρηθούν αυτοί που το έκαναν μαζί με τους επιστάτες που τους άφηναν.
Τότε οι εργοστασιάρχες της περιοχής όλοι, μαζί με τους νέους Επιστάτες άρχισαν να τον χτυπούν ανοιχτά & ζήτησαν από τον νέο Αγροφύλακα να τον διώξει. Πανικόβλητοι επειδή τον έβλεπαν νεκραναστημένο & δεν πίστευαν στα μάτια τους, ότι έγινε καλά, με παράνομες διαδικασίες, λέγοντας ψέμματα ότι καταστρέφει τα κλίματα, τα οποία αυτοί μισοκατάστρεψαν, τον απομάκρυναν από το αμπελάκι καταστρέφοντας πλέον ελεύθερα τα κλίματα & ρίχνοντας ανεμπόδιστα εκεί τα τοξικά απόβλητά τους.
Τα γεγονότα που έγιναν στο μικρό αυτό αμπελάκι, τα έμαθε ο ζάμπλουτος Μεγιστάνας & ιδιοκτήτης του & οργίστηκε.
Τι άραγε θα κάνει σε αυτούς που κατάστρεψαν τα κλίματά του & απομάκρυναν τον εργάτη του;.......
Ιάκωβος Τίγκας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου